Στην Κορνοφωλιά Σουφλίου όποιος γεννήθηκε με αγάπη μα και μίσος γαλουχήθηκε έφαγε ψωμί πικρό σαν δηλητήριο ανακατωμένο μΆ αίμα απΆ τον εμφύλιο. Οι πληγές νωπές, το αίμα σιγοστάλαζε κάποια θύμιση το είναι μας συντάραξε και το “σΆ αγαπώ” ακόμα χαμηλόφωνο σΆ ένα γλέντι στον Πατλάκα με γραμμόφωνο. ΠάνΆ τα νιάτα στην Αθήνα, στο εξωτερικό απΆ ανάγκη, από πείνα κι απΆ τΆ αντάρτικο και γυρίζουν τώρα πίσω ράκη ανήμπορα μετανάστες στο χωριό τους δεύτερη φορά. Το μυαλό τρέχει σΆ εσένα ασταμάτητα κι η καρδιά στα γεροντάκια τΆ απερπάτητα τώρα που η ζωή τους πήρε τον κατήφορο βλέπουν τον Αη-Θανάση, τον παρήγορο. Τώρα πέρασαν τα χρόνια και μας άσπρισαν και τα άγρια τα πάθη καταλάγιασαν μπρός να κτίσουμε και πάλι την Κορνοφωλιά κείνην του παπά-Σταμάτη, του Καράμπελια. Σημείωση: Γραμμένο στη μουσική του τραγουδιού «Το άγαλμα»