Ανεγέρθηκε το έτος 1858. Η παρουσία του νέου ναού ουσιαστικά αντανακλούσε την συμμετοχή των κατοίκων του χωριού στις νέες κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές συνθήκες και την αυξανόμενη χειραφέτηση των Ελλήνων. Ο ναός γνώρισε πολλές περιπέτειες. Πυρπολήθηκε τον Οκτώβριο του 1912 από τους Τούρκους και ξανακτίστηκε μετά την απελευθέρωση με τις φιλότιμες προσπάθειες των κατοίκων του χωριού. Τα εγκαίνια του ανακαινισθέντος λαμπρού ναού τελέσθηκαν το 1925. Ο ναός αποτελεί μια εντυπωσιακή λιθόκτιστη ξυλόστεγη τρίκλιτη βασιλική, τυπική για την ύστερη μεταβυζαντινή περίοδο και τους χρόνους μετά το 1934. Η στέγη της επάνω από το μεσαίο κλίτος είναι υπερυψωμένη και οι φέρουσες αυτήν τοιχοποιίες διατρυπώνται από παράθυρα, εντείνοντας με τον τρόπο αυτό τη μεγαλοπρέπεια του ναού. Τα τρία κλίτη ορίζονται με διπλή κιονοστοιχία, η οποία απαρτίζεται από ξύλινους λεπτούς κίονες, «ντυμένους» με γύψο, ώστε να δίνουν την εντύπωση συμπαγών κτιστών κιόνων, κυκλικών σε κάτοψη και απομειούμενων από κάτω προς τα επάνω. Απλό ξύλινο τέμπλο, τυπικό του μεσοπολέμου, χωρίζει το ιερό από τον κυρίως ναό. Επάνω από τον πρόναο αναπτύσσεται υπερώον σε δύο ορόφους, από τους οποίους ο επάνω δεν έχει οπτική επαφή με το ναό σήμερα, καθώς φράσσεται με ξύλινο διάφραγμα. Στο ιερό εγγράφονται τέσσερις μικρές κόγχες και η μεγάλη και βαθιά κεντρική αψίδα, στην οποία ανοίγεται χαμηλό παράθυρο. Οι δεσποτικές εικόνες του τέμπλου δεν είναι παλαιές σε αντίθεση με άλλες, οι οποίες είναι με φροντίδα αναρτημένες στους τοίχους του κυρίως ναού. Οι τελευταίες προέρχονται τόσο από την φράση του 1858 όσο και από τον «αρχαίο» ναό του Αγίου Αθανασίου. Χρονολογούνται στα 1815-1816 και είναι οι δεσποτικές εικόνες του τότε ναού, εκτός από μία παλαιότερη εικόνα του Παντοκράτορα η οποία φέρει χρονολόγηση 1805. Το στιβαρό κωδωνοστάσιο αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά του χωριού, πλην του ανώτερου τμήματός του το οποίο προστέθηκε προσφάτως. Ακριβές αντίγραφο από το έργο του Αθανάσιου Γουρίδη «Από την αρχαία Ζειρήνια στην Κορνοφωλιά του σήμερα» Αγγελάκης Παναγιώτης